Τετάρτη 17 Απριλίου 2024

Ροζ παλ ντάλιες Απόστολος Σπυράκης εκδόσεις Γράφημα η πρώτη δημοσίευση στο περιοδικό Fractal στη στήλη ΑΝΑΓΝΩΣΕΙΣ ΜΕ 500+ ΛΕΞΕΙΣ

 

Ροζ παλ ντάλιες

Απόστολος Σπυράκης

 εκδόσεις Γράφημα

η πρώτη δημοσίευση στο περιοδικό Fractal

στη στήλη ΑΝΑΓΝΩΣΕΙΣ ΜΕ 500+ ΛΕΞΕΙΣ

ΑΝΑΓΝΩΣΕΙΣ ΜΕ 500+ ΛΕΞΕΙΣ: Ένα νέο λογοτεχνικό «τοπίο»; • Fractal (fractalart.gr)

 


Ένα νέο λογοτεχνικό «τοπίο»;

 

Όπως έκανε τούτες τις σκέψεις,  μια γυναίκα έτρεξε να προλάβει το λεωφορείο κι ένας γέρος σήκωνε το στόρι από κάποιο κατάστημα, ένα κοπάδι πουλιών πετούσε σε σχηματισμό, κάπου πέρα μακριά στον ορίζοντα, οι υδροφόρες του δήμου έβρεχαν την άσφαλτο. Ξημέρωνε ο θεός κι ο κόσμος ξεκινούσε τη μέρα του· ήταν μια στιγμή μαγική. («Pac Man», σ. 127).


Ο Απόστολος Σπυράκης, μέσα σε δεκαεννέα μικρά διηγήματα (και μια νουβέλα, χωρισμένη σε τέσσερα μέρη, τα οποία προσμετρώνται ως διηγήματα, άρα το σύνολο είκοσι τρία) επιχειρεί μια νέα θέαση στη ρεαλιστική γραφή. Αν ο ρεαλισμός, ως οπτική του κόσμου και ως απόδοσή του στη γραφή, απαιτεί παρατήρηση και περιγραφή, προκειμένου να αποτυπώσει με όση πραγματικότητα χωράει στη μυθοπλασία, ό,τι βλέπει και ό,τι εννοεί, τότε ο Σπυράκης αναμφίβολα ακολουθεί αυτό το λογοτεχνικό ρεύμα. Κι όμως, αν στη γενική θεώρηση της γραφής του ισχύει η ένταξη αυτή, στα σημεία παρατηρείται διαφοροποίηση. Ξαναδιαβάζω το απόσπασμα, με το οποίο ξεκίνησε αυτό το κριτικό σημείωμα, και στέκομαι στη φράση στιγμή μαγική, που ενσωματώνει τις αδιάφορες, καθημερινές κινήσεις στο ξεκίνημα της ημέρας. Η επιμονή στη λεπτομέρεια, η παρατήρηση που αποσπά εικόνες χωρίς ιδιαίτερη σημασία και τις δένει σε σκηνικό μαγικό, απομακρύνει από όσα γνωρίζουμε για τη ρεαλιστική γραφή. Οι εικόνες, αν τις δούμε ξεχωριστά την καθεμία, δεν έχουν καμία μαγεία, ακόμα κι αν δεχθούμε πως η λογοτεχνική γραφή έχει δικαίωμα να εκτιμά αλλιώς την πραγματικότητα. Όταν, όμως, στη συγκεκριμένη γραφή όλες οι εικόνες ενώνονται, τότε μεταλλάσσεται το τοπίο, αποτυπώνεται στη σκέψη του γράφοντος (και του αναγνώστη;) σαν ένα μαγικό σκηνικό



Με δεδομένο ότι το παραπάνω απόσπασμα αποτελεί και την κατακλείδα του διηγήματος, συγκεντρώνω όλες τις τελευταίες παραγράφους των υπολοίπων διηγημάτων, προκειμένου να τα συνεκτιμήσω και να συνοψίσω σε μια ακόμη παρατήρηση. Ο Σπυράκης εστιάζει όλη τη συγγραφική ιδέα στο τέλος του κάθε διηγήματος, το οποίο έρχεται απρόσμενα, χωρίς την παραμικρή κορύφωση, συχνά με πολύ αχνή σχέση με την πλοκή, όπως εξελισσόταν και όπως θα ήταν αναμενόμενο να καταλήξει. Αν επιχειρήσουμε με μια γραφική παράσταση να αποδώσουμε την πλοκή του κάθε διηγήματος, αυτή θα καταλήγει σε απρόσμενη, απότομη, κατακόρυφη  πτώση ή σε βαθμιαία εκτόνωση.

Θέλω να πιστεύω πως πίσω από αυτή την τεχνική αφήγησης δεν κρύβεται απλώς ένα τέχνασμα εντυπωσιασμού του αναγνώστη, ακόμα κι αν ρισκάρει την αποστροφή, η οποία, εντούτοις, δεν έρχεται. Κι αυτό γιατί δεν έχεις καμία αρνητική αντίδραση φθάνοντας στο τέλος των διηγημάτων, αντιθέτως μάλιστα αβίαστα προχωράς στο επόμενο, ίσως για να επαληθεύσεις, μέσω της επανάληψης, μια υποψία πως εδώ κάτι νέο δημιουργείται ως τεχνική, και πως πίσω του υπάρχει μια συνειδητή στάση απέναντι στη ρεαλιστική αφήγηση. 

Ο ρεαλισμός του Σπυράκη, ακόμα κι όταν συνυπάρχει με την αναίρεσή του, όταν υπεισέρχεται η ονειρική, φαντασιακή κατάσταση (απρόσμενα κι αυτή, όπως είναι φυσικό και δόκιμο στη γραφή), εξαντλείται στην παρατήρηση των εικόνων, τη λεπτομέρεια των κινήσεων των προσώπων, την περιγραφή, με άλλα λόγια, με μικρές, εμβόλιμες προεκτάσεις στη σκέψη τους. Κατά κάποιο τρόπο μοιάζει αυτοσκοπός η ρεαλιστική απόδοση, χωρίς να προχωράει σε κάτι περισσότερο. Εκτός κι αν αυτή καθεαυτή η (συχνά αδιάφορη ή κακοποιημένη από πολλούς) περιγραφή, αξίζει πολύ περισσότερο από όσο της αναλογεί συνήθως στη λογοτεχνία. Στα διηγήματα του Σπυράκη, η αναγνωστική προσοχή μένει στην περιγραφή (αναμένοντας την εξέλιξη της πλοκής), όταν ξαφνικά εισβάλλει μέσα στην πεζή πραγματικότητα η ανατροπή. Ένας ρεαλισμός που εμπεριέχει σκοπίμως την άλλη όψη του καθρέφτη, όχι για να αμφισβητηθεί ή να υπονομευθεί η απόλυτη κυριαρχία του, αλλά ίσα ίσα για να επιβεβαιωθεί η δυναμική του.

Ξεχωρίζω το διήγημα που δανείζει τον τίτλο του σε όλη τη συλλογή («Ροζ παλ ντάλιες»), γιατί θεωρώ πως είναι το πιο «δεμένο», πιο στέρεα δομημένο από όλα. Μια αφήγηση ομαλή στην εξέλιξή της, η περιγραφή πάντα παρούσα, το απρόσμενο, ανατρεπτικό και αντι-ρεαλιστικό (ή υπερρεαλιστικό;) στοιχείο λίγο πριν το τέλος, και η κατάληξη να δένει με ό,τι έχει προηγηθεί, λογικά ή όχι – άλλωστε όλα τα διηγήματα, όπως ειπώθηκε παραπάνω, έχουν μέσα τους την αναίρεση του λογικού, λίγο ή περισσότερο. Ενδιαφέρουσα η επιλογή να στεγάσει με τον τίτλο του αυτό το διήγημα όλα τα υπόλοιπα (με την αρωγή μάλιστα του λουλουδάτου εξωφύλλου), καθώς η πρώτη εντύπωση μιας ελαφρότητας εξανεμίζεται όταν διαβάσεις το βιβλίο, συνιστώντας έτσι τον πρώτο αιφνιδιασμό. Εδώ μέσα δεν υπάρχουν λουλουδιασμένοι κήποι, δεν υπάρχει το ροζ παλ χρώμα. Τα τοπία είναι πιο σκοτεινά, οι ιστορίες πιο σκληρές.

Η περίπτωση του Σπυράκη, αν μη τι άλλο, αποδεικνύεται ενδιαφέρουσα. Ο ίδιος, στο κείμενο του οπισθόφυλλου, γράφει πως στόχος της γραφής του είναι η δημιουργία  μύθων, που αποτελούν τη βάση της λογοτεχνίας. Δεν ξέρω αν το κατορθώνει. Ίσως πρέπει να δούμε τη γραφή του στην εξέλιξή της (αν  και, όπως δηλώνει, το βιβλίο αυτό είναι καρπός δέκα χρόνων, γεγονός που από μόνο του έχει ενδιαφέρον, εφόσον εμπεριέχει τη χρονική εξέλιξη). Το βέβαιο είναι πως πρόκειται για μια γραφή που ξεχωρίζει, και αυτό (σε μια εποχή βαρετής επανάληψης στην πεζογραφία) πρέπει να θεωρηθεί σημαντικό. Σε κάθε περίπτωση, μια γραφή που δεν την ξεχνάς, για την τεχνική της, τους αιφνιδιασμούς της, τον ιδιότυπο τρόπο να αποδίδει τη ρεαλιστική πραγματικότητα.


Διώνη Δημητριάδου

Τρίτη 16 Απριλίου 2024

Για τις ποιητικές συλλογές της Άννας Ε. Πετράκη Της μνήμης και της λησμονιάς, πικρόχολα και μελίρρυτα και Σχεδίασμα σιωπής γράφει η Χρύσα Κακατσάκη

 


Άννα Ε. Πετράκη

Της μνήμης και της

λησμονιάς, πικρόχολα και μελίρρυτα, Κάκτος 2017

και 

Σχεδίασμα σιωπής, Κάκτος 2023

γράφει η Χρύσα Κακατσάκη

 


Στην ταινία Ο ταχυδρόμος του Νερούντα ο Πάμπλο Νερούδα λέει στον νεαρό χωρικό που του φέρνει την αλληλογραφία: «Η ποίηση ανήκει σε όποιον την έχει ανάγκη». Ο Χιλιανός ποιητής δεν μας διευκρινίζει επακριβώς εάν την έχει  περισσότερο ανάγκη όποιος τη γράφει ή όποιος τη διαβάζει. Στην περίπτωση πάντως της Άννας Πετράκη είναι εμφανές από την πρώτη ματιά ότι εντάσσεται στην πρώτη κατηγορία. Στις συλλογές Της μνήμης και της λησμονιάς και Σχεδίασμα σιωπής η ποίηση είναι αυτοαναφορική, είναι μια δημόσια εξομολόγηση, μια κατάθεση που τοκίζεται με λεκτικό οίστρο για να μετουσιωθεί σε στίχους. Αυτή η αυτοαναφορικότητα δεν δηλώνεται μόνο με τα γραμματικά τεκμήρια του επαναλαμβανόμενου αˊ ενικού προσώπου ή τους πρόδηλους τίτλους «αυτοβιογραφία». Ο Πλάτωνας τόσο στον Ίωνα όσο και στην Πολιτεία επικρίνει την ποίηση, επειδή τη θεωρεί μιμητική τέχνη. Η Πετράκη τον διαψεύδει. Δεν μιμείται τίποτα και κανέναν. Απλώνει στη σελίδα το βίωμα ανεπιτήδευτο και ανόθευτο, όπως αναβλύζει από τη φευγαλέα σκέψη ή την ψυχολογική διάθεση της στιγμής.

   Στη συλλογή Της μνήμης και της λησμονιάς συνυπάρχουν τα πικρόχολα και τα μελίρρυτα, όχι ως αντίφαση αλλά ως αλληλοσυμπληρούμενα πεδία  απαραίτητα για να στηρίξουν το υπαρξιακό οικοδόμημα:

 

Στοιβάζω τα λάθη μου

Γκρεμοτσακίζεται ο σωρός

Δοκιμάζω με τα σωστά

Τέλεια ισορροπούνε όλα

 

   Η διάχυτη μελαγχολία, με την αριστοτελική έννοια, συχνά αμφιταλαντεύεται:

 

Πλώρη βάζουν τα όνειρα

πρύμνα οι φόβοι και τα «μη»

 


   Κυριαρχούν ο Παρατατικός και ο Αόριστος που ανακαλούν μνήμες όχι  ως μια ρομαντική αναπόληση, αλλά ως ένα κρησφύγετο λυτρωτικό που τροφοδοτεί τον Ενεστώτα διαρκείας και αποτελεί το καύσιμο υλικό για το μέλλον. Άλλες φορές πάλι, στιγμιότυπα που ανασύρονται από τα κελάρια του μυαλού λειτουργούν τραυματικά:

 

να φύγω χωρίς μνήμες

χωρίς αποσκευές απ’ τα παλιά

που με κρατούν δεμένη

 

   Και στις δυο περιπτώσεις πάντως η Πετράκη, έστω και ασυνείδητα, συναντά τον Έλιοτ και την αντίληψή του για την ενιαία διάσταση του χρόνου. «Ο τωρινός κι ο περασμένος χρόνος ίσως κι οι δυο είναι παρόντες μέσα σε χρόνο  μέλλοντα κι ο μέλλων χρόνος είναι μέσα στον περασμένο χρόνο». Η ποίηση  ωστόσο δεν ωφελεί μονάχα όσους την αγαπούν. Ωφελεί πρωτίστως τη γλώσσα που της δίνει εσωτερικό ρυθμό ή της χαρίζει λογοπαίγνια:

 

ρολόι μακελάρης

του χρόνου μηχανή

αμήχανη

πολυμήχανη

 

   Το Σχεδίασμα σιωπής, σαν ανοιχτή ερωτική επιστολή σε πρόσωπο  αγαπημένο, αποτελεί μια παυσίπονη σταγόνα σε ένα πέλαγος από ματαιώσεις. Και εδώ εναλλάσσονται η πρωτογενής τρυφερότητα που συναντάμε π.χ. στο Άσμα Ασμάτων:

 

απόθεσα της μοναξιάς μου το μοιράδι

στου φιλιού σου την παραφορά

 

με τις διαψευσμένες προσδοκίες που νικούν κατά κράτος:

 

Δοκιμάζω τον θάνατο

μέσ’ απ’ τον έρωτα

 

   Δίπλα στη μεσίστια σημαία, η ελπίδα δεμένη. Μικροσυμβάντα που στερήθηκαν την αμοιβαιότητα, συναισθήματα που εξεγείρονται ή δραπετεύουν  από τους κανόνες του ερωτικού παιχνιδιού, χάδια ξεχασμένα ή

 

τακτοποιημένα σε συρτάρια με αόρατα αντίο

κάποια σε αθόρυβη οριστική απώλεια·  

όλα σε καταστολή

 

   Οικόσιτα τα σκοτάδια και βαθιά τα πηγάδια του ανεκπλήρωτου, αμετάβατο  ρήμα το ποθώ. Γι’ αυτό και η σιωπή παραμένει σχεδίασμα. Τι να τις κάνεις τις   λέξεις όταν το ανείπωτο έχει μεγαλύτερη απόδοση;

 

   Η Άννα Πετράκη δεν φαίνεται να συμμερίζεται την άποψη του Μ. Αναγνωστάκη «σαν πρόκες πρέπει να καρφώνονται οι λέξεις». Δεν θεωρεί την ποίηση ούτε ζαχαρωμένο βότσαλο, ούτε εμπειρίκεια «ανάπτυξη στίλβοντος ποδηλάτου». Για εκείνη ποίηση είναι εισπνοές-εκπνοές, ανάσες επιβίωσης, ειρμοί και συνειρμοί σωτήριοι, εφημερεύοντες στίχοι δια παν ενδεχόμενο, μέγας χορηγός του ατομικού σύμπαντος. Ξέρει πολύ καλά ότι οι πίκρες πίνονται μονορούφι και οι γλύκες με το σταγονόμετρο.

 

Χρύσα Κακατσάκη, Φιλόλογος

Σάββατο 13 Απριλίου 2024

100 ΧΡΟΝΙΑ ΑΠΟ ΤΗ ΓΕΝΝΗΣΗ ΤΟΥ ΔΗΜΗΤΡΗ ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ ΒΙΒΛΙΟΥ ΣΤΟΝ ΙΑΝΟ ΤΗΣ ΑΘΗΝΑΣ «ΠΟΙΗΜΑΤΑ - ΑΝΘΟΛΟΓΙΑ» | ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΜΕΤΡΟΝΟΜΟΣ

 

100 ΧΡΟΝΙΑ ΑΠΟ ΤΗ ΓΕΝΝΗΣΗ ΤΟΥ ΔΗΜΗΤΡΗ ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ 

ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ ΒΙΒΛΙΟΥ ΣΤΟΝ ΙΑΝΟ ΤΗΣ ΑΘΗΝΑΣ

«ΠΟΙΗΜΑΤΑ - ΑΝΘΟΛΟΓΙΑ» | ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ

ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΜΕΤΡΟΝΟΜΟΣ

 


Την Παρασκευή 19 Απριλίου, στις 20:30 η Αλυσίδα Πολιτισμού IANOS και οι εκδόσεις Μετρονόμος διοργανώνουν παρουσίαση του βιβλίου του Δημήτρη Χριστοδούλου με τίτλο «Ποιήματα-Ανθολογία».  Ανθολόγηση – Επιμέλεια: Ηλίας Γκρής   Επίμετρο: Θεοδόσης Πυλαρινός

 

Για το βιβλίο θα μιλήσουν οι:

Ηλίας Γκρής, ποιητής

Πέτρος Βαγιόπουλος, συνθέτης

Βασίλης Καλαμαράς, δημοσιογράφος - αρθρογράφος, εφημερίδα Ριζοσπάστης

Κώστας Φασουλάς, στιχουργός

 

Ποιήματα του Δημήτρη Χριστοδούλου θα διαβάσει η

Ελένη Αράπη φιλόλογος, ποιήτρια

Στην βραδιά θα ακουστούν τραγούδια σε στίχους Δημήτρη Χριστοδούλου

Ερμηνεύουν ο Νίκος Ανδρουλάκης, η Δέσποινα Ραφαήλ και η Αγγελική Τουμπανάκη

Στο πιάνο η Χρύσα Κωττάκη και στο μπουζούκι ο Δημήτρης Ρέππας.

Την παρουσίαση θα συντονίσει η Ιωάννα Καραμαλή, μεταφράστρια, ποιήτρια

 

Η εκδήλωση θα πραγματοποιηθεί στον ΙΑΝΟ της Αθήνας, Σταδίου 24 και θα προβάλλεται ζωντανά στο κανάλι YouTube και στη σελίδα Facebook του ΙΑΝΟΥ.


 

Λίγα λόγια για το βιβλίο

Ο Δημήτρης Χριστοδούλου ανήκει στην κατηγορία των ποιητών που έκαμαν το βίωμα της πολεμικής αρετής, αρετή της ποίησής τους.

Από παιδί στη βιοπάλη πολλά έζησε κι έμαθε, σε εκείνη την ανελέητη εποχή με τη δικτατορία του Μεταξά μέχρι και τα μέσα της δεκαετίας του 1960. Συμπορεύτηκε με τη γενιά του, που

’δωσε βροντερό το «παρών», χτυπήθηκε κι αντιστάθηκε ματώνοντας στον πόλεμο του ’40, στην Κατοχή και στον ελληνοελληνικό σκοτωμό. Με τον επακολουθήσαντα «δίχως μάτια ελέου» διωγμό των ηττημένων.

Το μεγαλειώδες κι εφιαλτικό πανόραμα (στοιχεία του τραγικού), που μεταποιήθηκε στα χέρια του σε ποίηση πυρετική και σφύζουσα. Όπως έκανε κι ο Μιχάλης Κατσαρός, ο Τάκης Σινόπουλος, ο Θανάσης Κωσταβάρας, ο Μανώλης Αναγνωστάκης... Και άλλοι, βέβαια, κατάδηλες περιπτώσεις ποιητών της «γενιάς του ’50», που στάθηκε κατ’ εξοχήν γενιά του αίματος.

Ποιητής με αφοσίωση και ορμητικό, συχνά φιλέκδικο, πάθος (με τριάντα ποιητικές συλλογές), ο Χριστοδούλου κατέστησε το διαυγές πολιτικό φρόνημα της αφιλόκερδης γενιάς του, ήθος ποιητικό στο βαθύ ανθρωπιστικό του περιεχόμενο. Ένα ήθος που έφθασε, με γνώση και μεράκι τού τεχνίτη, να μετακενώσει στο ελληνικό τραγούδι· με τραγούδια ποιητικού διάκοσμου διαχρονικά μες στην πλησμονή δεκαετιών να ζουν στη μνήμη των Ελλήνων.

Το έργο του, όπως επιλεκτικά ανασυγκροτήθηκε σε τούτην την Επιλογή, σαν πλατύ ποτάμι παφλάζει έμπνευση πηγαία μιας άγρυπνης συνείδησης. Και στηλιτεύοντας αδιάκοπα την εξακολουθητική έκπτωση αξιών αποκαλύπτει την υποκριτική ηθική· αυτήν «την αληθινή κίρκη της ανθρωπότητας»! Για να θυμηθούμε τον αρχάγγελο της μεταξίωσης όλων των αξιών, Φρειδερίκο Νίτσε.

 

Λίγα λόγια για τον συγγραφέα


Ο Δημήτρης Χριστοδούλου (1924 - 1991) γεννήθηκε στην Αθήνα. Αποφοίτησε από τη Δραματική Σχολή του Εθνικού Θεάτρου και παρακολούθησε μαθήματα στο τμήμα οικονομικών επιστημών της Παντείου Σχολής. Κατά τη διάρκεια της γερμανικής κατοχής έγινε μέλος του ΕΑΜ και το 1944 κρατήθηκε από τους Άγγλους στο στρατόπεδο Ελ Ντάμπα στην Αίγυπτο. Κατά τη διάρκεια της απριλιανής δικτατορίας έζησε αυτοεξόριστος στο Παρίσι. Στη λογοτεχνία πρωτοεμφανίστηκε το 1952 με τη δημοσίευση του ποιήματος «Νυχτοφύλακες» στο περιοδικό Μακεδονικά Γράμματα και το 1954 κυκλοφόρησε η ομώνυμη πρώτη ποιητική συλλογή του. Ασχολήθηκε επίσης με την πεζογραφία, το θέατρο και τη στιχουργική. Έργα του μεταφράστηκαν στα αγγλικά, γαλλικά, ολλανδικά και σουηδικά. Στίχους του μελοποίησαν ο Μίκης Θεοδωράκης, ο Γιώργος Ζαμπέτας, ο Μάνος Λοΐζος, ο Μίμης Πλέσσας, ο Λίνος Κόκοτος, ο Ζωρζ Μουστακί κ.ά.





Κυκλοφόρησε το νέο τεύχος, 202, του καλοκαιριού Oδός Πανός® εργοτάξιο εξαιρετικών αισθημάτων έτος 43o, τχ. 202, Ιούλιος-Σεπτέµβριος 2024

 

 

Κυκλοφόρησε το νέο τεύχος, 202, του καλοκαιριού

Oδός Πανός®

εργοτάξιο εξαιρετικών αισθημάτων

έτος 43o, τχ. 202, Ιούλιος-Σεπτέµβριος 2024

 



ΠEPIEXOMENA

Aφιέρωμα

 

Στο ύψος των κειμένων

3 Ηλίας Σ. Σπυρόπουλος: TO FR. 3Β (παλ. 88b) του Επιμενίδη στην προς Τίτον επιστολήν του Παύλου

11 Μιχάλης Κατσαρός: Μνημόσυνο Κωνσταντίνου Ποιητή Ἀλεξανδρινοῦ

12 Βάνα Χριστοπούλου – Κοκκίνου: «Η Ζωή Ένα Ταξίδι» Χi΄an

18 Γιάννης Υφαντής: Η άλλη γραμμή

*

25 Βασίλης Κοντόπουλος: Εδώ Βερολίνο

30 Ράμι Σαάρι και Ντίμμυ Μπουφαλίνι-Βουρλίτης: Pentti Holappa

39 Παρασκευή Σιδερά-Λύτρα, Άγις Σιδεράς: Max Frisch. Κοινό ως εταίρος

52 Χρίστος Χριστοφής: Με την ματιά του συλλέκτη...

58 Χριστίνα Σταθοπούλου: W. H. AUDEN (1907-1973). Εις μνήμην του W. B. YEATS

60 Βασίλης Κοντόπουλος: 74η Berlinale

66 Μάριος Σκέμπης: Χωρικός με αντιστατικότητα

70 Μαρία Τσάτσου:  Το – κα

71 Κωνσταντίνος Μαρίτσας: Οι υπερασπιστές της Σίπκα

74 Γιάννης Βασιλόπουλος: Η Κρήτη και η Τήνος χωρίς τουριστικό χάρτη κι ένα τραγούδι του τέλους για τη Μύκονο

77 Κωνσταντίνος Βορβής: Βορτικισμός

80 Χριστίνα Σταθοπούλου: Κήπος

82 Δημήτρης Α. Κράνης: «Η Ηρωϊκή Σκηνή (Ελληνική Επανάσταση του 1821)» του Έκτορα Μπερλιόζ

97 Γιώργος Μεταξάς: «Μετά την Σιωπή»

98 Βιβλία. Γράφουν οι: Διώνη Δημητριάδου,  Χρύσα Νικολάκη, Γιώργος Δρίτσας, Φώτιος Θαλασσινός,

 Στέλλα Πριόβολου, Κωνσταντίνος Βορβής, Κωνσταντίνος Μπούρας, Γιώργος Χρονάς

128 Παναγιώτης Κάλκος: C–130, Πτήση θανάτου

129 Θέατρο. Γράφουν οι: Κωνσταντίνος Μπούρας, Αθανάσιος Βαβλίδας

139 Μπάμπης Ιμβρίδης: 26o Φεστιβάλ Ντοκυμαντέρ Θεσσαλονίκης

144 Στέλιος Λουκάς: Η ζωή μας ένας δρόμος

145 Γιώργος Ζώταλης: Ποντικοφάρμακα

146 Αθανάσιος Βαβλίδας: Μουσικές Ανταπο-κρίσεις

156 Δημήτρης Τσινικόπουλος: Εγώ, θα βγω από εδώ μέσα...

159 Τα βιβλία μας και τα CD του 2023

160 Τα νέα μας βιβλία του 2024

161 Δευτέρα

Υπάρχει στα βιβλιοπωλεία:

Πολιτεία

Ιανός (Αθήνα, Θεσσαλονίκη)

Πρωτοπορία (Αθήνα, Θεσσαλονίκη, Πάτρα)

Πατάκης

Αχιλλέας Σίμος

Ελευθέριος Τζανακάκης

Χρήστος Μαρίνης

Α. Κανάκης

Συμμετρία Α. Ε.

Τσιγαρίδας Α. Ε.

Ευριπίδης Α. Ε.

Σμυρνιωτάκης Greek books

Δ. Τσανάς – Σ. Δημόπουλος

Σκλαβούνος Παράσχης

Ηλίας Μαγγόπουλος

Κέντρο του Bιβλίου (Θεσσαλονίκη)

Μαλλιάρης (Θεσσαλονίκη)

Κεντρί (Θεσσαλονίκη)

Oblik Editions (Θεσσαλονίκη)

Πολύκεντρο Θαλασσινού (Κως)

Βιβλιοπωλείο Οδός Πανός, Διδότου 39 και Ιπποκράτους

106 80 Αθήνα, τηλ 2103616782

e-mail: chronas@otenet.gr

και όπου ζητηθεί με αντικαταβολή.

Διανομή από το Πρακτορείο Τύπου, Άργος Α.Ε., μόνο στην Αττική,

και στο αεροδρόμιο Αθηνών

Η Ίμα στη Ville d’ Avray Κώστια Κοντολέων Εκδόσεις Ευρασία-Στιγμός η πρώτη δημοσίευση στο diastixo.gr

 

 

 

Η Ίμα στη Ville dAvray

Κώστια Κοντολέων

Εκδόσεις Ευρασία-Στιγμός

η πρώτη δημοσίευση στο diastixo.gr

Κώστια Κοντολέων: «Η Ίμα στη Ville d’Avray» (diastixo.gr)

 


«Η βαριά πόρτα ανοίγει και κλείνει, οριστικά πια πίσω της. Τα βρεμένα πεζοδρόμια έπαψαν να αντανακλούν μικρές ή μεγάλες σκιές, οι ομπρέλες μάσκες προσώπων και προσωπείων κρύβουν ταυτότητες ίσως και λύκους στα δάση του κόσμου που παραμονεύουν κοκκινοσκουφίτσες». («Αθώες φωτογραφίες», σ. 76).

 

Η Κώστια Κοντολέων, ανοίγει το τοπίο, η Ίμα ανοίγει τα μάτια και κυκλοφορεί μέσα στις σελίδες. Ξέρει πως ό,τι γράφτηκε βαθιά μέσα της εξακολουθεί να ζει, να πληγώνει, να διαμορφώνει αισθήματα και αντιδράσεις, να κινητοποιεί τη σκέψη· κυρίως τη σκέψη. Και είναι η ώρα που η μνήμη θα ξεχυθεί, με όποιον τρόπο θα βρει καλύτερο, συχνά στερεωμένη στο παρόν, με ρεαλιστική σκευή, συχνά πάλι σε πλήρη απογείωση, ανάμεσα στο τότε και το τώρα – κι αν το μπορεί, να αγγίζει τα μελλούμενα. Είκοσι ιστορίες, μικρές ή και πολύ μικρές (δύο από αυτές μόλις με έκταση μιας σελίδας) δημιουργούν, η καθεμία με το δικό της βάρος (σε λέξεις και σε βιωμένο χρόνο), μια «τοιχογραφία», ένα σκηνικό, όπου όλα φαίνονται υπαρκτά και αναμενόμενα, μέχρι τη στιγμή που θα ανατρέψουν την εικόνα. Και τότε όλα τα απίθανα ξετυλίγονται μπροστά μας. Μυθοπλασία σε μια από τις πιο ευφάνταστες εκδοχές της; Ναι, όμως, πόσο γίνεται να απέχει από προσωπικά βιώματα ή (το πιο ενδιαφέρον) από έναν ολόκληρο κόσμο συσσωρευμένων παρατηρήσεων; Η συγγραφή εκκινεί από την παρατήρηση, κατόπιν έρχεται η επεξεργασία των αποθηκευμένων εικόνων, με την αρωγή των βιωμάτων. Κι έτσι γεννιέται το λογοτεχνικό σύμπαν, που όλο κάτι θα θυμίζει, όλο και κάπου  θα παραπέμπει, ενώ ταυτόχρονα όλο και θα μοιάζει εντελώς καινούργια ζωή, επινοημένη.

Μια τέτοια αίσθηση έχω διαβάζοντας της ιστορίες αυτές. Διαφορετικές εντελώς μεταξύ τους, ως αφορμή της εξιστόρησης, ως εξέλιξη πλοκής, ως χαρακτηρολογία. Κι όμως, κάτι τις ενώνει.



Αρχικά η γραφή, που προσεγγίζει τόσο τα γεγονότα, όσο και τα πρόσωπα, με μια κοινή ματιά. Είναι ο «παρατηρητής» που καταγράφει ό,τι βλέπει, προσδίδοντας ιδιαίτερη αξία στο χτίσιμο του σκηνικού της ιστορίας, να μη μένουν μετέωροι οι χαρακτήρες, να έχουν τόπο να σταθούν. Κι έπειτα ο τρόπος που διαμορφώνονται οι χαρακτήρες. Η συγγραφική ματιά πέφτει επάνω τους από τη μια με κατανόηση, με συμπάθεια, συχνά έως και ιδιότυπη «σύμπλευση», από την άλλη, όμως, ανυποχώρητη στην έκδηλη αρχική διάθεση να φθάσει η γραφή μέχρι το κόκκαλο, να βρει την πηγή του πόνου, την ουλή του τραύματος, να μιλήσει γι’ αυτό χωρίς προσχήματα.

Νήμα σύνδεσης διαφαίνεται και στην υπόρρητη θεματική, όχι σε ό,τι επιφανειακά αρχικά προβάλλεται, αλλά σε ό,τι υποκρύπτεται υποδηλώνοντας την αρχική συγγραφική πρόθεση – αν επιτρέπεται, με εικασία και μόνον, να την προσεγγίσουμε. Έχω την εντύπωση πως καθόλου τυχαία η πρώτη ιστορία έχει τον τίτλο «Ασύμμετρο παιχνίδι». Μοιάζουν οι ήρωες όλων των ιστοριών να αντιλαμβάνονται το ασύμμετρο της παρουσίας τους μέσα σε έναν κόσμο που θα τον ήθελαν αλλιώς, να μην τους θυμίζει διαρκώς το προσωπικό τους τραύμα, να μη χρειάζεται σκηνικό θανάτου το κάθε κλείσιμο ανοιχτών λογαριασμών με το παρελθόν, οι αθώοι να μην είναι φταίχτες και οι φταίχτες αθώοι, οι λύκοι να μη φοράνε προσωπείο, οι «κοκκινοσκουφίτσες» να μην έχουν ανάγκη το παραμύθι τους για να σωθούν, η Ίμα Σουμάκ να κελαηδά σε κάθε φτωχική αυλή, οι λαϊκές αγορές να μεταμορφώνονται σε χώρους αγαλλίασης και ακουστικής ευωχίας, η ενηλικίωση να μην απαιτεί αίμα ψυχής, οι καθρέφτες, επιτέλους οι καθρέφτες, να μη λένε πάντα την αλήθεια, θρυμματίζοντας τις ιαματικές και ζωογόνες ψευδαισθήσεις.

 

«Οι καθρέφτες λένε πάντα την αλήθεια στην πραγματική ζωή, μόνο στα παραμύθια ταυτίζονται με τις επιθυμίες αυτών που καθρεφτίζονται μέσα τους, ανάγκη επιβεβαίωσης ή άκρατος ναρκισσισμός; Ωστόσο, ο δικός της καθρέφτης μη εθισμένος σε ψέματα και κολακείες, θα της πει γι’ ακόμη μια φορά την αλήθεια συνεπικουρούμενος από απτές αποδείξεις που δεν επιδέχονται αμφισβητήσεις. («Η δουλειά του πατέρα», σ. 23).

 

Επειδή, όμως, δεν είναι έτσι ο κόσμος, έρχονται οι ιστορίες με τον παραμυθητικό τους ρόλο, να παρηγορούν, να φτιάχνουν ένα διαφορετικό σκηνικό, καταργώντας (έστω και αιφνιδιαστικά στο τέλος τους) το υπαρκτό, το δυσβάστακτο. Η Κοντολέων χρησιμοποιεί με τον δικό της τρόπο τους καθρέφτες. Δίνει από τη μια το είδωλο, όπως φαίνεται μέσα τους, το ανατρέπει από την άλλη, προσφέροντας την άλλη όψη της ζωής. Άριστο παράδειγμα «Η πασαρέλα του πηλού», με τη μετάπλαση του υπαρκτού (σώματος) σε ιδεατή εικόνα έργου τέχνης, με την αναγκαία μεσολάβηση της γης, του ταπεινού πηλού· μια επιστροφή στην αρχική μορφή, μια πορεία από την οδυνηρή πραγματικότητα σε μια άλλη διάσταση, όπου όλα αλλάζουν την εικόνα τους. Το «φαίνεσθαι» καμιά φορά ισχυρότερο του «είναι».

 

«Κι εκείνη δεν έβλεπε πια λασπωμένους βούρκους, μήτε κορμιά που λαχταρούσαν την ένωσή τους με το υγρό χώμα σε συνουσία παράξενα ηδονική. Έβλεπε μόνο τη μάνα γη, μήτρα ορθάνοιχτη να την καλεί στο υγρό της σκοτάδι, κι ως μια χθόνια ύπαρξη χωρίς ντροπή ή φόβο άφησε πίσω της τα ρούχα, και το ενήλικο σώμα της κι ως έμβρυο εισήλθε σ’ εκείνη τη μήτρα από λάσπη και χώμα για να γεννηθεί ξανά. («Η πασαρέλα από πηλό», σ. 33).

 

Η γραφή της Κοντολέων όλα τα καθιστά δυνατά, στο όνομα μιας έξοχης μυθοπλασίας. Στο κάτω κάτω η γραφή αυτό καλείται να κάνει (μακάρι στα χέρια ικανών γραφιάδων, όπως εδώ), να μεταπλάθει την εικόνα, να μεταποιεί το απλό σε θαυμαστό, το επαχθές σε υποφερτό, να δημιουργεί ένα νέο επινοημένο σύμπαν, να μας προσκαλεί μέσα του, να μας δείχνει τον κόσμο από μια προνομιούχο θέση θέασης. Ακόμη κι όταν μιλάει για τα πιο σκοτεινά τοπία, όπως η μνήμη και η λήθη, στη δυναμική τους η καθεμία.

 

Διώνη Δημητριάδου

Παρασκευή 12 Απριλίου 2024

ΙΣΙΔΩΡΑ ΜΑΛΑΜΑ ΔΕΚΑΕΞ ΓΡΑΦΙΔΕΣ ΤΕΧΝΟΥΡΓΟΥΝ ΠΟΙΗΣΕΩΣ ΤΟ ΣΥΓΧΡΟΝΟ ΥΦΑΝΤΟ Επιμέλεια: Κώστας Θ. Ριζάκης Εικαστική παρέμβαση: Φωτεινή Χαμιδιελή Εκδόσεις Κουκκίδα

 ΝΕΕΣ ΚΥΚΛΟΦΟΡΙΕΣ


ΙΣΙΔΩΡΑ ΜΑΛΑΜΑ

ΔΕΚΑΕΞ ΓΡΑΦΙΔΕΣ ΤΕΧΝΟΥΡΓΟΥΝ

ΠΟΙΗΣΕΩΣ ΤΟ ΣΥΓΧΡΟΝΟ ΥΦΑΝΤΟ


Επιμέλεια: Κώστας Θ. Ριζάκης

Εικαστική παρέμβαση: Φωτεινή Χαμιδιελή

Εκδόσεις Κουκκίδα




Ανθολογούνται:

 

Νεφέλη Γκάτσου

Κατερίνα Γκιουλέκα

Ευσταθία Δήμου

Κλεονίκη Δρούγκα

Ιώ-Άννα Ευθυμιάδου

Ειρήνη Ιωαννίδου

Αλκμήνη Καισαρίδου

Αριάδνη Καλοκύρη

Φωτεινή Καπελλάκη

Άντζελα Λούτζιο

Μάνια Μεζίτη

Ολυμπία Σταύρου

Μαρία Δ. Σφήκα

Ελένη Τζατζιμάκη

Ρία Φελεκίδου

Λίνα Φυτιλή


[…] Τούτο το αφιέρωμα στη γυναικεία ποίηση φιλοδοξεί, λοιπόν, να αφουγκραστεί το ίδιο και να επικοινωνήσει στο κοινό τον σφυγμό του γυναικείου ποιητικού παρόντος, όπως οξυγονώνεται από τα πάθη και το πάθος των καιρών, όπως γονιμοποιείται από σπόρους τωρινούς, βαθιά σπαρμένους στα χωμάτινα κοινωνικά εδάφη, των οποίων την έξοδο από την αδράνεια και την πρώτη ανάσα στα εγκόσμια κατορθώνουν δεκαέξι γονιμοποιοί γραφίδες.

Ισιδώρα Μάλαμα


Πέμπτη 11 Απριλίου 2024

Χρ. Δ. Αντωνίου: Λία Σιώμου, Της ζωής και της αγάπης (Ποίηση 1995-2011) Εκδόσεις Γ.Κ. Ελευθερουδάκης Α.Ε, 2022. Πρώτη ανάρτηση Περιοδικό Περί Ου, 9 Δεκεμβρίου 2023

 Χρ. Δ. Αντωνίου: Λία Σιώμου, Της ζωής και της αγάπης (Ποίηση 1995-2011)

 Εκδόσεις Γ.Κ. Ελευθερουδάκης Α.Ε, 2022

Πρώτη ανάρτηση Περιοδικό  Περί Ου,  9 Δεκεμβρίου 2023


Η Λία Σιώμου (Λία Αντωνοπούλου) είχε την τύχη-μοίρα πολλών Ελλήνων/ίδων να ξενιτευτούν από τα νεανικά τους χρόνια για χάρη των σπουδών ή ανεύρεσης εργασίας και να παραμείνουν στην ξένη γη έκτοτε μέχρι σήμερα. Συγκεκριμένα, η ποιήτριά μας γεννήθηκε και μεγάλωσε στην μεταπολεμική Αθήνα, όπου σπούδασε στο Πανεπιστήμιο Αθηνών (Χημικό τμήμα). Στη συνέχεια έφυγε για την Αμερική, όπου πραγματοποίησε μεταπτυχιακές σπουδές  (Master’s of Science στη Βιοχημεία) στο Michigan State University. Εργάστηκε σε διάφορα πανεπιστήμια ως ερευνήτρια. Ειδικεύτηκε ακόμη σε θέματα υγείας του εργαζομένου και προστασίας του περιβάλλοντος. Στη συνέχεια εργάστηκε στο Υπουργείο Ενέργειας της Αμερικής. Έκανε δηλαδή αξιόλογες σύγχρονες σπουδές και σταδιοδρόμησε με επιτυχία. Η ίδια όμως, όπως ομολογεί στον πρόλογο του βιβλίου της,  αν της δινόταν μια δεύτερη ευκαιρία, η Φιλολογία θα της ταίριαζε περισσότερο.


Τι την οδήγησε στην ποίηση; Η ζωή της στην ξένη που ήταν/είναι διαφορετική από τη ζωή στην πατρίδα και οι δυσκολίες που δημιουργεί ο ξένος τόπος στην επικοινωνία. Αισθανόταν ότι ο κόσμος γύρω της δεν την καταλάβαινε, ενώ μέσα της ξεχείλιζαν οι ιδέες και τα συναισθήματα που της δημιουργούσε η ζωή και ιδιαίτερα η νοσταλγία για την πατρίδα της. Η ποίηση έγινε ο τρόπος να σπάσει τη σιωπή της και να επικοινωνήσει με τους άλλους, να στείλει το μήνυμά της, ελεύθερο από συμβατικότητες. Ένα μήνυμα αγάπης προς τον συνάνθρωπό της «τις ώρες τις ιερές που ψάχνει στ’ άστρα να βρει τ’ αχνάρια του, τις σβησμένες ελπίδες του, τα χαμένα όνειρά του», αποκτώντας έτσι η ποίησή της κοινωνικό χαρακτήρα.

Από το 2001 μέχρι το 2014 έχει εκδώσει επτά ποιητικές συλλογές, που περιέχονται στον παρόντα τόμο που έχει τίτλο: Της ζωής και της αγάπης. Οι συλλογές αυτές είναι: Ερωδιού η κατοικία, Αλκυονίδες (Εκδ. Δωδώνη 2001), Μαγιοστέφανο, Σπονδή Ονείρου, Εν γη Ερήμω, Άττικα και εις Μνήμην Ουτοπίας (Εκδ. Γαβριηλίδης).  Οι συλλογές ξεχωρίζουν μέσα στον τόμο η μία από την άλλη καθώς έχουν αναπαραχθεί τα ωραία χρωματιστά εξώφυλλά τους. Σύνολο σελίδων: 445. Σύνολο ποιημάτων: 298. Όπως εύκολα καταλαβαίνει κανείς πρόκειται για ένα ολόκληρο ποιητικό έργο που η εξοικείωσή του θα πάρει πολύ χρόνο. Σ’ αυτή την παρουσίαση του τόμου λίγα μόνο πράγματα χωράνε, ικανά όμως για να παρακινήσουν τον αναγνώστη να αφιερώσει ανάλογο χρόνο για την ανάγνωσή του.

Η ποίηση λοιπόν της Λίας Σιώμου είναι λυρική, χαμηλόφωνη, νοσταλγική, με φρέσκια ποιητική γλώσσα, που διαθέτει μουσικότητα και κάνει πολύ ευχάριστα τα ποιήματά της. Οι λέξεις της βγαίνουν αβίαστα και με ευκρίνεια τα υπηρετούν. Πολλά απ’ αυτά γι’ αυτό το λόγο έχουν μελοποιηθεί. Τα ποιήματα της Λίας Σιώμου δεν ακολουθούν τον κανόνα του μοντερνισμού. Τα περισσότερα είναι παραδοσιακά με μέτρο και με ομοιοκαταληξία, όχι όμως με αυστηρότητα. Βρήκα όλων των ειδών μέτρα: ιαμβικά (Τα μυστικά της ζήσης μου/χαμένα όνειρά μου/βήμα το βήμα τα ‘συρε/ στην άμμο του γιαλού), μεσοτονικά (Μ’ ανέμους στους δρόμους’…μια ελπίδα γι’ ασπίδα), αναπαιστικά (Με ακτίνες σελήνης…και μ’ ασήμι φωτός), ιαμβικό δεκαπεντασύλλαβο (Ζωές π’ ανθίσατε απλά σαν άνοιξης λουλούδια….κύμα το κύμα κύλησε κι η θλίψη σου για μένα) κλπ. Τις περισσότερες φορές όλα μαζί τα μέτρα τα συναντάμε μέσα στο ίδιο ποίημα, πράγμα που μπορεί να σημαίνει ότι παρά τη χαρούμενη επιφάνειά τους, κάτω απ’ αυτά κρύβεται μια ανήσυχη προσωπικότητα που ψάχνει να βρει την ψυχή της. Κι αυτό φαίνεται καλύτερα στη συλλογή Εν γη ερήμω, όπου όλα τα μέτρα κι οι ομοιοκαταληξίες θα σπάσουν και τα περισσότερα ποιήματα θα προσεγγίσουν πεζή εκφορά. Ο λόγος και οι εκτιμήσεις της ποιήτριας θα αποκτήσουν ρεαλισμό και χωρίς τις δεσμεύσεις του ποιητικού λόγου θα μας μιλήσει πιο φανερά:

Ακίνητη υπό το βάρος των αναμνήσεων/ κουρασμένη από την πολυχρόνια πορεία/ εν γη ερήμω και ανύδρω.

Και ξετυλίγει τον μίτο στους λαβυρίνθους του νου./Και τον τυλίγει και πάλι μιαν άκρη ζητώντας να βρει./ Μια προσπάθεια συστηματική, αναλυτική/χωρίς ποτέ να φθάνει στη λύση του θεωρήματος…..Η προσπάθειά του να τα αναλύσει όλα/να λύσει τον γόρδιο οδήγησε εις αδιέξοδο./Η πολλή ανάλυση κατέληξε εις παράλυσιν.

Και η απόσταση μεταξύ των αστέρων έτη φωτός./ Όση και η δική μου από τους συνανθρώπους μου./Χαμένη νιώθω, μικρή/σαν την Αλίκη στη χώρα των θαυμάτων.

Σε αντίθεση με τον γνωστό στίχο του Σεφέρη «Όπου και να ταξιδέψω η Ελλάδα με πληγώνει» τη Λία Σιώμου, όπου κι αν ταξίδεψε, η Ελλάδα και ιδιαίτερα η Αττική τη μαγεύει και τη γεμίζει μια βαθιά κι ανείπωτη νοσταλγία. Είναι βέβαια πρώτα ο οδυσσειακός νόστος της πατρίδας, του τόπου που γεννήθηκε  και μεγάλωσε, αλλά είναι και ο νόστος του πανέμορφου ελληνικού-αττικόύ ουρανού, όπου πειθήνιος ο ήλιος στο ηρακλειτικό απόφθεγμα («Ήλιος γαρ ουχ υπερβήσεται μέτρα∙ ει δε μη, Ερινύες μιν Δίκης επίκουροι εξευρήσουσιν») ανατέλλει το πρωί και δύει το βράδυ, για να θυμίζει στους ανθρώπους την κοινωνική τους ευθύνη, αλλά και με το φως του να λαμπρύνει τη φύση.

Η Λία Σιώμου στις πρώτες κιόλας σειρές του προλόγου της γράφει: «Γεννήθηκα και μεγάλωσα στην Αθήνα, τα μεταπολεμικά χρόνια, κι αγάπησα την Αττική μ’ ένα τρόπο που θα μ’ ακολουθούσε μετέπειτα σε όλη τη ζωή μου. Οι αναμνήσεις μου από τη χώρα του ήλιου και της θάλασσας πλαισίωσαν τα όνειρά μου και πλάσανε τον εαυτό μου μ’ έναν τρόπο, αναμφισβήτητα, καθαρά Ελληνικό». Και παρά την μακροχρόνια παραμονή της στην Αμερική, η οποία δεν ευνοούσε την ποιητική έκφραση μιας Ελληνίδας, η Λία Σιώμου μπόρεσε να κρατήσει στο μυαλό και στην ψυχή της την ελληνική θεματολογία και τον ελληνικό τρόπο του φιλοσοφείν, την ελληνική γλώσσα και την αγάπη της για την Ελλάδα και κυρίως για την Αττική. Στα ποιήματά της φαίνεται η μεγάλη νοσταλγία της για τη ζωή της στα νεανικά της χρόνια στην Ελλάδα και η συνακόλουθη θλίψη της, γιατί βρίσκεται μακριά από τη γενέθλια γη.

Θυμήθηκα τα κύματα/τα γαλανά της Αττικής

Τους κάμπους της με τις ελιές/τα στάχυα και τα σκίνα

Τα βράχια της π’ ανθίζανε/μικρές, μαβιές οι κυκλαμιές

Τους λόφους της π’ ευώδιαζαν/πεύκα θυμάρια και μυρτιές.

(island Memories, σ.167)

 

Θυμάται τις γειτονιές της Αθήνας εκεί που όνειρα τριγύριζαν τα χρόνια τα γλυκά της νιότης τα χαμένα…τ’ άσημα χαμόμηλα/τα πράσινα τα βρύα …τις βιολέτες τις μικρές, τις γαληνές/που έφερναν στον νου Επιταφίους, Πασχαλιές…τους κήπους με τα γιασεμιά/τις ανεμώνες και τα γιούλια/ τις γλάστρες με τα βασιλικά/το άρωμα που χύναν τα ζουμπούλια.

(Γειτονιές της Αθήνας, σ.169)

Στο παρακάτω πολύ ωραίο ποίημα η Λία Σιώμου προσπαθώντας να ανακαλύψει τα αίτια της αγάπης της για την Αττική χρησιμοποιεί μια σειρά από «άστοχα ερωτήματα», που φανερώνουν τη μεγάλη της νοσταλγία για το όμορφο φυσικό τοπίο της. Αξίζει να διαβάσει κανείς αυτό το ποίημα που το θεωρώ ως ένα από τα καλύτερά της, ικανό να σταθεί επάξια ανάμεσα σε άλλα παρόμοια παραδοσιακά ποιήματα σπουδαίων ποιητών, και γι’ αυτό το παραθέτω ολόκληρο:

Να 'ταν τα όνειρα που σεργιανούσαν

στις γειτονιές σου τότε Αττική;

Να 'ταν το μύρο απ’ τα θυμάρια σου

π’ ανέπνεε γι’ αγέρα η ψυχή;

 

Να ’ταν οι παπαρούνες που 'διναν

στους κάμπους της ψυχής το χρώμα;

Να 'ταν τα στάχυα των αγρών

που πρασινίζαν στην καρδιά τα όνειρα

και στο φτωχό το χώμα;

 

Να ’ταν τα πεύκα σου και οι μυρτιές

που γέμιζαν τον νου με ευωδιές;

Να 'ταν η αγάπη για τον ουρανό

τον αίθριο τον γαλανό;

 

Να 'ταν το άρωμα μιας πασχαλιάς

τα ανθάκια της τρελής της μυγδαλιάς

μιας κυκλαμιάς απλής των βράχων

τα μικρά, μαβιά ανθούλια

που γέμιζαν τον νου με όνειρα

κι ανθίζαν στην καρδιά τα γιούλια;

(«Αττική», σ. 170)

Από τα πρώτα κιόλας ποιήματά της η Λία Σιώμου φαίνεται καθαρά με πόση λαχτάρα κι ευθύνη αναλαμβάνει το έργο της ποιητικής έκφρασής της. Αισθάνεται πως έχει το ποιητικό χάρισμα και όπως όλοι οι ποιητές επικαλούνται τη Μούσα, αρχής γενομένης από του Ομήρου, έτσι κι η Λία Σιώμου με περισσή ευλάβεια την παρακαλεί «Δώσε μου μούσα το σκοπό, δώσ’ μου και τις ωδές». Με το χάρισμά της θα επιτελέσει με την πολλή πλούσια ποιητική της ύλη έναν υψηλό σκοπό, αντάξιο της ποίησης. Και να ποιος είναι ο ορισμός της ποίησης, κατά τη Λία Σιώμου: «Ένας συνταυτισμός κοινών ονείρων, κάτι σαν κι αυτό που βλέπεις στη ζεστή ματιά τ’ ανθρώπου π’ αγαπάς, που χωρίς να μιλήσει αδειάζει τ’ αστέρια τ’ ουρανού στις φλέβες σου και κάνει το αίμα σου να κυλά για έναν προορισμό στη γη».

Χρήστος Δ. Αντωνίου